coated grit - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

coated grit - translation to ρωσικά

Shell grit; Poultry grit

coated grit      

строительное дело

чёрная каменная мелочь, каменная мелочь, покрытая слоем битума или дёгтя

coated grit      
чёрная каменная мелочь, каменная мелочь, покрытая слоем битума или дёгтя
grit         
WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Grittiness; Grit (disambiguation); Grit (album)
grit 1. noun 1) песок; гравий 2) крупнозернистый песчаник 3) металлические опилки 4) coll. твердость характера, мужество, выдержка 5) tech. дробь или звездочки для очистки литья 6) (Grit) радикал, либерал (в Канаде) to put grit in the machine - вставлять палки в колеса Syn: see courage 2. v. - grit the teeth

Ορισμός

grit
1) a person who takes no interest in personal hygiene
2) Cigarette
I need a grit. Got a light?

Βικιπαίδεια

Grit (supplement)

Grit is a material eaten by birds to aid in their diets and digestion. Wild birds find grit naturally while foraging, and farmers can purchase grit for their domestic fowl.

Μετάφραση του &#39coated grit&#39 σε Ρωσικά